ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΝΩ ΚΛΕΙΤΟΡΙΑΣ
(ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ)
Συνοπτική έκθεση των ιστορικών στοιχείων της περιοχής του χωριού «Άνω Κλειτορία»( με το όνομα «Καρνέσιον» μέχρι το 1929) της επαρχίας Καλαβρύτων του νομού Αχαΐας.
ΓΕΝΙΚΑ
Το χωριό Άνω Κλειτορία, το οποίο αριθμεί σήμερα περίπου εξακόσιους(600) κατοίκους και βρίσκεται στο νότιο τμήμα της επαρχίας Καλαβρύτων του νομού Αχαΐας, ονομαζόταν «Καρνέσιον» μέχρι το 1929, όταν μετονομάστηκε σε «Άνω Κλειτορία», από την κοντινή πόλη «Κλείτωρ» ή «Κλειτορία», η οποία βρισκόταν μέσα στην περιοχή του χωριού στην αρχαιότητα.
Η αρχαία πόλη «Κλειτορία» ιδρύθηκε από πολύ παλιά και αφού εκχριστιανίστηκε, υπήρχε για πολλά χρόνια. Μετά την καταστροφή της, κατά το Μεσαίωνα, ένα μέρος των κατοίκων της κατέφυγε στη θέση «Παλιοχώρι», περίπου 4 χιλιόμετρα δυτικά του σημερινού χωριού, όπου και ίδρυσαν συνοικισμό. Εκεί, πολύ πριν την Επανάσταση του 1821, μεταφέρθηκαν και ίδρυσαν το σημερινό χωριό, το οποίο κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ήταν έδρα τοπικού Τούρκου διοικητή(Αγά) και κατά την Επανάσταση του 1821 έπαιξε σημαντικό ρόλο. Προκειμένου να γίνει σαφής αλλά και αντικειμενική αυτή η ιστορική πραγματεία, θα χωριστεί σε τρεις μεγάλες χρονικές περιόδους: την Αρχαία, τη Μεσαιωνική και τη Νεότερη. Θα γίνει επίσης προσπάθεια να περιγραφούν με αντικειμενικότητα τα αναφερόμενα ιστορικά στοιχεία και γεγονότα.
Α. ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Η ίδρυση της αρχαίας πόλης «Κλείτωρ» ή «Κλειτορία» στην κοιλάδα που βρίσκεται σήμερα μέσα στην περιφέρεια και νότια του σημερινού χωριού «Άνω Κλειτορία» είναι πολύ παλιά. Ιδρυτής της ήταν ο Κλείτωρ- από τον οποίο πήρε το όνομά της- γιος του Αζάνα ή σύμφωνα με άλλους του Λυκάονα και εγγονός του Αρκάδα.
Ο Κλείτωρ υπήρξε βασιλιάς της Αρκαδίας και υπέταξε την Κυνόσουσα. Έπειτα κατέβηκε στην κοιλάδα αυτή και ίδρυσε την πόλη του.
Μετά την ίδρυση της πόλης του, ο Κλείτωρ επέκτεινε την κυριαρχία του σε όλη την γύρω περιοχή, ίδρυσε δηλαδή μία μικρή πολιτεία, με την έννοια της αρχαίας πολιτείας, δηλαδή μικρό κράτος, του οποίου τα όρια έφταναν προς τα ανατολικά μέχρι το Φενεό, προς τα δυτικά μέχρι τις Σειρές, προς τα νότια μέχρι την Μητρόπολη της Γορτυνίας και προς τα βόρεια μέχρι την Κυναίθη(Καλαβρύτων). Με αυτόν τον τρόπο ο Κλείτωρ επέκτεινε την Αρκαδία μέχρι την Αχαΐα. Η περιοχή την οποία εξουσίαζε ο Κλείτωρ ονομάστηκε Κλειτορία και από αυτήν έλαβε το όνομά της και η πόλη και ονομαζόταν από το λαό Κλειτορία, ενώ επίσημα είχε το όνομα «Κλείτωρ».
Η πόλη Κλειτορία ήταν η σπουδαιότερη πόλη της περιοχής της Κλειτορίας και για αυτό το λόγο ονομάστηκε όλη η περιοχή Κλειτορία. Την διέσχιζαν πέντε σημαντικοί δρόμοι και βρίσκονταν σε αυτήν, εκτός από την πόλη Κλειτορία, και οι πόλεις ή κωμοπόλεις: Λάος, Καφυαί, Σκοτάνη, Λευκάσιον, Νάσοι, Αλούς, Μεσόβοα, Όρυξ, Λυκούντες, Αργεάθαι και Θαλιάδαι. Επίσης, στην περιοχή περιλαμβανόταν και ο δρυμός του Σόρωνος. Ακόμα, η περιοχή ονομαζόταν και «Αζανία», από τον Αζάνα.
Η Κλειτορία ήταν μία πόλη ισχυρή και περιείχε ιερά της Δήμητρας, του Ασκληπιού και της Ειλειθυίας(θεάς των εγκύων γυναικών) αλλά και ναούς της Κορίας Αθηνάς και των Διοσκούρων, σε μικρή απόσταση από αυτήν. Είχε θέατρο και σε ψηλότερο σημείο από αυτήν υπήρχε η ακρόπολη. Από αυτά σώζονται αρκετά καλά και σήμερα τα ερείπια. Οι κάτοικοί της είχαν αφιερώσει στην Ολυμπία μεγάλο χάλκινο άγαλμα του Δία, από το ένα δέκατο των λαφύρων των διάφορων πολέμων της. Η Κλειτορία ήταν επίσης η πατρίδα των γλυπτών Σαμόλα, Αριστόδημου και Δαμέα.
Σχετικά με την Αρχαία Κλειτορία, ο ιστορικός Παυσανίας, ο οποίος έζησε τον 2ο αιώνα μ.Χ. και επισκέφτηκε την πόλη στην ακμή της, αναφέρει τα εξής στα “Αρκαδικά” του(βιβλίο YIII, κεφάλαιο ΧΧΙ, παράγραφο 1 και 2), καθώς τότε η Κλειτορία υπαγόταν στην Αρκαδία:
«Η πόλη της Κλειτορίας απέχει 60 στάδια(μονάδα μέτρησης του μήκους, 1στάδιο=185μέτρα περίπου)από τις πηγές του Λάδωνα. Ο δρόμος από τις πηγές του Λάδωνα είναι στενός κοντά στον Αροάνιο ποταμό, στον οποίο χύνεται ο ποταμός που ονομάζεται «Κλείτορας», που περνά από την πόλη. Το σημείο που χύνεται ο Κλείτορας στον Αροάνιο δεν απέχει περισσότερο από 7 στάδια από την πόλη. Υπάρχουν πολλά ψάρια στον Αροάνιο ποταμό και αυτά που ονομάζονται «ποικιλαίαι». Αυτά τα ψάρια αναφέρουν κάποιοι πως έχουν φωνή όμοια με του πουλιού τσίχλα. Εγώ αφού τα έπιασα, τα παρατήρησα αλλά δεν άκουσα κανένα να βγάζει φωνή, αν και παρέμεινα στον ποταμό μέχρι τη δύση του ηλίου, όταν και έλεγαν ότι ακούγονται περισσότερο αυτά τα ψάρια.
2. Η πόλη της Κλειτορίας, η οποία πήρε το όνομά της από τον γιο του Αζάνα, ήταν χτισμένη σε εντελώς επίπεδο χώρο και περικλειόταν από βουνά που δεν ήταν πολύ μεγάλα. Τα σπουδαιότερα ιερά ήταν της Δήμητρας, του Ασκληπιού και της Ειλειθυίας. Ο Ωλήν, από την Λυκία της Μικράς Ασίας, έγραψε ύμνους που τραγουδούσαν οι ιέρειες στην Δήλο αλλά και τον ύμνο στην Ειλείθυια, αφιερωμένο στην πανάρχαιη θεότητα, την οποία αποκαλεί εύλινον(καθώς κλώθει) και την συγχέει με την Μοίρα της ζωής, θεωρώντας την όμως αρχαιότερη του Κρόνου. Στην Κλειτορία υπάρχει και ναός των Διοσκούρων-τους οποίους αποκαλούσαν «Μεγάλους Θεούς»- που απέχει 4 στάδια από την πόλη και εκεί υπάρχουν αγάλματά τους από χαλκό. 3. Είχε χτιστεί και στην κορυφή του βουνού, σε απόσταση 30 σταδίων από την πόλη ναός και άγαλμα της θεάς Αθηνάς της Κορίας.
Η πόλη υποτάχθηκε στους Ρωμαίους κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής κυριαρχίας, γεγονός που αποδεικνύεται από τα νομίσματα που έχουν βρεθεί, κάποια από τα οποία είναι εξακριβωμένα ρωμαϊκά. Στην πόλη είχε αναπτυχθεί η κεραμοποιία και η αγγειοπλαστική. Αυτό αποδεικνύεται από τα πολλά αγγεία και κεραμίδια, τα οποία βρίσκονται συχνά στα ερείπια της πόλης. Τα ερείπια του τείχους της πόλης σώζονται στις τρεις πλευρές: τη Βόρεια, τη Νότια και τη Δυτική και διακρίνονται καθαρά, με τις επάλξεις τους να βρίσκονται σε ύψος 1 με 1,5 μέτρου από το έδαφος, σε μερικά σημεία. Στην Ανατολική πλευρά διακρίνονται με δυσκολία λόγω του χειμάρρου «Ζούγρα» που άλλα τα παρέσυρε και άλλα τα κατέστρεψε με το πέρασμα των αιώνων.
Επίσης, διακρίνονται τα ερείπια των τριών ναών μέσα από τα τείχη της πόλης, στις θέσεις «Φραγκοκκλήσι, Ξελόντζα και Αϊ-Πέτρος» και του ναού των Διοσκούρων, περίπου ένα χιλιόμετρο δυτικά της πόλης, από τον οποίο σώζονται αρκετοί σπόνδυλοι κιόνων, κιονόκρανα κλπ. στη θέση «Γυναίκειο Χάνι ή Παλιόνταρα», όπου θα μπορούσε να γίνει και μία μικρή αναστήλωση.
Εκτός από το Θέατρο και την Ακρόπολη, διακρίνεται ακόμα το Στάδιο με τον διπλανό, τεχνητό, μικρό λοφίσκο, ώστε να επιτύχουν το αμφιθεατρικό σχέδιο του εδάφους. Διακρίνεται και ένα ακόμα μεγάλο κτίριο, πιθανότατα Ανάκτορα καθώς και το νεκροταφείο της πόλης, στη θέση «μνήματα», έξω από τα τείχη.
Η πόλη κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα βρισκόταν σε μεγάλη ακμή, γεγονός που συμπεραίνουμε από πολλά ευρήματα αγγείων, τα οποία υπήρχαν την κλασική εποχή. Εκτός από τα πολλά αγγεία, νομίσματα, πλάκες με επιγραφές ή χωρίς και άλλα τα οποία βρίσκονται κατά καιρούς και μερικά έχουν συγκεντρωθεί στο μικρό Μουσείο του Δημοτικού Σχολείου Άνω Κλειτορίας, υπάρχει και άλλο ένα σημαντικό εύρημα. Πρόκειται για μία επιτύμβια πλάκα, η μισή ανάγλυφη, η οποία παρουσιάζει έναν οπλίτη σε φυσικό μέγεθος και βρέθηκε πριν πενήντα χρόνια. Μεταφέρθηκε στο Διδακτήριο του Δημοτικού Σχολείου Κάτω Κλειτορίας, όπου και μετά την κατεδάφισή του, το 1939, παραμένει ημιτελής στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Κάτω Κλειτορίας.
Η ύδρευση και η άρδευση της πόλης γινόταν από τις πηγές «Βασιλικό Πηγάδι, Πορί» και από τον Αροάνιο ποταμό μέσω υπόγειων αρδευτικών αγωγών, τμήματα των οποίων έχουν κατά καιρούς βρεθεί σε πολλά σημεία της διαδρομής τους. Η Κλειτορία υπήρξε για πολλά χρόνια αφού εκχριστιανίστηκε, όπως πληροφορούμαστε από την σωζόμενη για πολλά χρόνια ονομασία της τοποθεσίας «Αϊ- Πέτρος» με τα ερείπια να βρίσκονται περίπου 100 με 150 μέτρα δυτικά της πόλης. Ασφαλώς πρόκειται για μετατροπή ειδωλολατρικού ναού σε χριστιανικό προς τιμή του Απόστολου Πέτρου. Ακόμα αποδεικνύεται και από τα ερείπια της τοποθεσίας «Άγιος Ανδρέας», όπου βρισκόταν ο ναός των Διοσκούρων. Αλλά και το «Φραγκοκκλήσι» μαρτυρεί αφενός τον εκχριστιανισμό της πόλης και αφετέρου την ύπαρξή της στη ρωμαϊκή εποχή. Το «Φραγκοκκλήσι» είναι παμπάλαιος χριστιανικός ναός που σώζεται μέχρι σήμερα προς τιμή της Παναγίας και έχει κτισθεί στην ίδια θέση και με τα ίδια υλικά του αρχαίου ειδωλολατρικού ναού που βρισκόταν εκεί. Σήμερα χρησιμοποιείται όπως και παλιά ως εξωκκλήσι της Θεοτόκου. Ανήκει στην Κοινότητα της Άνω Κλειτορίας και λειτουργείται μία φορά το χρόνο, τη δεύτερη ή τρίτη μέρα μετά το Πάσχα, αναλόγως με τη γιορτή του Αγίου Γεωργίου. Εκεί πηγαίνουν εκτός από τους κατοίκους των δύο κοινοτήτων Άνω και Κάτω Κλειτορίας και οι κάτοικοι των γύρω συκοικισμών: Σκαρπέικα και Μοστιτσιάνικα Καλύβια.
Εκτός από τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για την ανέγερση του χριστιανικού ναού, στην περιοχή σώζονται και πολλά από τα υλικά του αρχαίου ναού, όπως ολόκληροι κίονες, κιονόκρανα, πλάκες ενός τετραγωνικού μέτρου κλπ. Από αυτό συμπεραίνουμε ότι εκεί βρισκόταν ο καλύτερος ναός της Αρχαίας Πόλης, πιθανότατα της Δήμητρας, η μητρόπολη δηλαδή, αφού η κοιλάδα παρήγε άφθονα δημητριακά και τότε και μέχρι πριν 40 χρόνια, όταν άρχισε να καταστρέφεται από τους χείμαρρους Ζούγρα και Κλειτόριο. Ο σημερινός χείμαρρος Ζούγρα φυσικά τότε δεν υπήρχε λόγω των πυκνών δασών των γύρω βουνών. Ο σημερινός ξεροπόταμος Κλειτόριος, όμως, τότε ήταν πραγματικός ποταμός, όπως αναφέρει ο Παυσανίας, που πήγαζε από πηγές που μάλλον σήμερα στέρεψαν ή μίκρυναν πολύ, λόγω της καταστροφής των δασών που είχαν σαν συνέπεια να σταματήσει η τροφοδότηση των υπόγειων δεξαμενών.
Στην πόλη δεν έχουν γίνει ανασκαφές. Αν γίνουν, θα φέρουν στο φως περισσότερα ευρήματα και στοιχεία. Μόνο τον Αύγουστο του 1940 αντιπρόσωποι και απεσταλμένοι της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Αθήνα για λόγους πολεμικής σκοπιμότητας προσπάθησαν για τρεις ημέρες να κάνουν ανασκαφές, οι οποίες όμως υπονομεύτηκαν και τελικά ματαιώθηκαν, γιατί ο σκοπός τους ήταν εμφανής σε όλους.
Β. ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Σχετικά με την καταστροφή της πόλης, η οποία έγινε στις αρχές του Μεσαίωνα, δεν είναι τίποτα γνωστό ούτε από την παράδοση ούτε από ιστορικά κείμενα. Πάντως, η καταστροφή κατά πάσα πιθανότητα συνέβη κατά τις μεγάλες μεταναστεύσεις των λαών τον 4ο ή 5ο αιώνα μ.Χ. ή και αργότερα κατά τις επιδρομές των Σλάβων, γεγονός που μπορεί να εννοηθεί από την ονομασία «Ζαγορά»(άλλη ονομασία της πόλης), η οποία είναι σλαβική και σημαίνει πέρα από το βουνό. Η καταστροφή ήταν πολύ βίαιη και ολοκληρωτική, γιατί διαφορετικά δεν δικαιολογείται η μη ίδρυση έστω και μικρού συνοικισμού είτε μέσα στην παλιά πόλη είτε στους κοντινούς της λόφους, οι οποίοι διέθεταν τα απαραίτητα εφόδια αλλά και την κατάλληλη τοποθεσία για την εγκατάσταση ανθρώπων. Μετά την καταστροφή της πόλης, οι κάτοικοι που σώθηκαν σκορπίστηκαν στις κοντινές δασικές εκτάσεις και ίδρυσαν τα χωριά: Καρνέσι, Καστέλλι, Κλείτωρ, Μοστίτσι.
Οι πρόγονοι του σημερινού χωριού Άνω Κλειτορία(Καρνέσι), κατέφυγαν στις άκρες του δάσους, μέσα σε πουρνάρια της χαράδρας του βουνού Τσούγκρα, βορειοδυτικά της παλιάς πόλης και σε απόσταση 3/4 της ώρας από αυτήν. Η εγκατάστασή τους έγινε σε δύο συνοικισμούς: έναν στη θέση «Κουτσουβέοι» και άλλον έναν στη θέση «Γούβες». Το χωριό ήταν από την αρχή του χριστιανικό, γεγονός που φαίνεται από την ονομασία της θέσης «Θεοτόκος», η οποία αποδεικνύει ότι οι κάτοικοι πήραν μαζί τους την παλιά εκκλησία Φραγκοκκλήσι. Η ίδρυση έγινε στην πηγή με την ονομασία Καλογρηίτσα.
Από τους δύο συνοικισμούς του χωριού, ο ένας πήρε το όνομα Ζαγορά, ανεπίσημο ή μεταγενέστερο όνομα της πόλης του Κλείτορα. Ο άλλος πήρε το όνομα Καρνέσι(ή Καρνέσιον). Αυτό προήλθε από το όνομα του χωριού Καρνέσι της επαρχίας Γορτυνίας-που τώρα ονομάζεται Πράσινο- από την περιοχή από την οποία ξεκίνησε ο Κλείτωρ. Φαίνεται ότι ο Κλείτωρ, ξεκινώντας για την ίδρυση της νέας του πόλης, πήρε κατοίκους από πολλούς συνοικισμούς και χωριά, όπως και από το Καρνέσι. Αυτοί λοιπόν που κατέφυγαν στις πλαγιές της Τσούγκρας, μετά την καταστοροφή της πόλης τους, θυμήθηκαν το παλιό όνομα των προγόνων τους και το έδωσαν στο νέο συνοικισμό. Το Καρνέσι ή «Παλαιοχώρι», όπως ονομάστηκε μετά την εγκατάλειψή του και ονομάζεται μέχρι και σήμερα, υπήρχε στη θέση εκείνη για πολλούς αιώνες και ήταν χριστιανικό από την αρχή του, όπως αποδεικνύεται από τους πολλούς χριστιανικούς ναούς και εξωκκλήσια που είχε και τα ερείπιά τους σώζονται μέχρι και σήμερα.
Το Παλαιοχώρι αυτό είναι ο μεσαιωνικός πρόγονος του σημερινού χωριού Άνω Κλειτορία(Καρνέσι) και υπήρξε για πολλά χρόνια μέχρι τα πρώτα έτη των Νεότερων Χρόνων. Εκτός του κεντρικού ναού της Παναγίας(στην τωρινή θέση Θεοτόκος), είχε και άλλους ναούς ή εξωκκλήσια: του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου Δημητρίου, του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Κωνσταντίνου και της Αγίας Βαρβάρας, των οποίων τα ερείπια σώζονται στις αντίστοιχες τοποθεσίες, καθώς από τα εξωκκλήσια πήραν τα ονόματά τους και αυτές οι τοποθεσίες και ονομάζονται έτσι μέχρι και σήμερα. Μάλιστα το εξωκκλήσι του Αγίου Κωνσταντίνου διατηρήθηκε για αρκετό χρονικό διάστημα και μετά τη μετοίκηση, επειδή βρισκόταν πιο κοντά στη νέα θέση του χωριού και το συντηρούσαν. Κατέρρευσε τελικά μόλις πριν από 50 χρόνια.
Γ. ΝΕΟΤΕΡΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Καθώς εξαπλώθηκε κάποια επιδημία, πιθανότατα άνθρακα ή κάποιας άλλης ασθένειας, οι κάτοικοι εγκατέλειψαν το χωριό τους και εγκαταστάθηκαν στην τωρινή του θέση, η οποία βρίσκεται πολύ πιο κοντά στην παλιά πόλη. Εκεί είχαν λοιπόν τα κτήματά τους και εργάζονταν. Η παράδοση βέβαια αναφέρει ότι το Παλαιοχώρι το εγκατέλειψαν επειδή εκεί τους έτρωγε το «στοιχειό». Το σίγουρο είναι ότι πολλές φορές στη θέση αυτή τα πρόβατα πέθαιναν λόγω του άνθρακα, γεγονός που έκανε το λαό να πιστεύει ότι πέθαιναν από άλλους λόγους. Επομένως, λόγω κάποιας σοβαρής επιδημίας αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το Παλαιοχώρι. Η μετοίκηση αυτή έγινε πολύ πριν την Επανάσταση του 1821, κρίνοντας από τη θέση του, την πρόοδό του, το ρόλο που διαδραμάτισε το χωριό στην Ελληνική Επανάσταση και το γεγονός ότι τα ερείπια του παλιού χωριού είναι πολύ κατεστραμμένα. Το πιθανότερο είναι ότι η μετοίκηση έγινε περίπου το 1650 μ.Χ.
Στη νέα του εγκατάσταση, τη σημερινή, επικράτησε το όνομα Καρνέσι. Πιθανόν επειδή ήρθαν σε αυτήν πρώτοι οι κάτοικοι του συνοικισμού Καρνέσι και έπειτα ακολούθησαν και οι κάτοικοι του άλλου συνοικισμού. Και στη νέα τους πατρίδα έφεραν μαζί τους το ναό της Παναγίας ως κεντρικό ναό, τον Άγιο Νικόλαο, ως εξωκκλήσι του νεκροταφείου και τον Άγιο Γεώργιο. Προς τιμή της Παναγίας έχτισαν στη θέση του ναού που υπήρχε ήδη εκεί ένα μικρό ναό, που κατεδαφίστηκε το 1857, όταν και χτίστηκε ο σημερινός ναός «Η Γέννηση της Θεοτόκου», ο οποίος σε ένα χρόνο συμπληρώνει 100 έτη ζωής.
Το όνομα Καρνέσι ετυμολογικά δε φαίνεται να προέρχεται από τον Κάρνειο Απόλλωνα. Πιθανότατα πρόκειται για παραλλαγή του ονόματος Καρνέσι, που απαντά σαν ονομασία και σε άλλα χωριά της Θεσσαλίας, της Βοιωτίας και αλλού, αν και μία τέτοια οριστική ερμηνεία ίσως θα ήταν αυθαίρετη.
Στη νέα του θέση το χωριό προόδευσε σύντομα και έγινε κέντρο όλης της περιφέρειας και έδρα Τούρκου τοπικού διοικητή(Αγά), του οποίου το Διοικητήριο(Πύργος) σώζεται σε καλή κατάσταση σαν οικία του Χρήστου Αθ. Ζαβούρη, καθώς τότε δεν υπήρχε η Κάτω Κλειτορία(Μαζέικα), μόνο λίγες καλύβες κατοίκων από το Μάζι(Χελμού), απ’ όπου πήρε και το όνομα Μαζέικα, καθώς και ένα Χάνι του Δαφαλιά. Το χωριό κατά την Επανάσταση του 1821 διαδραμάτισε πρωτεύοντα και σημαντικό ρόλο και βοήθησε πολύ στον εθνοαπελευθερωτικό αγώνα.
Εκτός από το γεγονός ότι κατά την προεπαναστατική περίοδο υπήρξε έδρα Τούρκου Αγά, υπάρχουν και τα παρακάτω σημαντικά ιστορικά στοιχεία και γεγονότα της επαναστατικής περιόδου, μερικά των οποίων αναφέρονται και στις εγκυκλοπαίδειες:
1) Στην Άνω Κλειτορία έγινε στις 10 Μαρτίου 1821 προσύσκεψη των Προκρίτων όλης της Αχαΐας και αποφασίστηκε η κήρυξη της επανάστασης, η οποία πραγματοποιήθηκε μετά από λίγες ημέρες στην Αγία Λαύρα. Εύλογα, βέβαια, γεννιέται το ερώτημα πώς βρέθηκαν οι Πρόκριτοι της Αχαΐας στην Άνω Κλειτορία. Όπως είναι γνωστό, λίγο πριν την Επανάσταση, οι Τούρκοι επειδή είχαν υποψίες, κάλεσαν στην Τρίπολη όλους τους Προκρίτους της Πελοποννήσου, δήθεν για να συσκεφθούν για σοβαρά ζητήματα. Στην πραγματικότητα όμως ήθελαν να τους κρατήσουν όμηρους, όπως και συνέβη με όσους τελικά πήγαν. Μετά από αυτή την πρόσκληση, οι Πρόκριτοι της Αχαΐας μαζί με Τούρκους συνοδοιπόρους ξεκίνησαν για την Τρίπολη και έμειναν για να διανυκτερεύσουν στο Χάνι του Δαφαλιά, στην Κάτω Κλειτορία(με την ονομασία τότε «Μαζέικα Καλύβια»). Στο δείπνο που ακολούθησε, οι Πρόκριτοι μέθυσαν τους Τούρκους συνοδούς τους και έτσι πληροφορήθηκαν από αυτούς τον πραγματικό σκοπό της μετάβασής τους στην Τρίπολη.
Μετά από αυτό το γεγονός και αφού κοιμήθηκαν οι Τούρκοι, φρόντισαν να τους παραπλανήσουν την επόμενη μέρα, ότι τάχα προπορεύονται οι Πρόκριτοι στο δρόμο προς την Τρίπολη, δραπέτευσαν όμως τη νύχτα και είχαν σαν πρώτο τους σταθμό την Άνω Κλειτορία, όπου και έγινε η σύσκεψη που αναφέρθηκε παραπάνω και λήφθηκε η οριστική απόφαση της επανάστασης, αφού με τη δραπέτευσή τους είχε ήδη γίνει το πρώτο βήμα.
2) Μετά τη σύσκεψη που προαναφέρθηκε και λίγες ημέρες πριν την επίσημη έναρξη του αγώνα, έγινε επίθεση κατά του βοεβόδα(διοικητή) των Καλαβρύτων Ιμπραήμ Αρναούτογλου, ο οποίος είχε ξεκινήσει να πηγαίνει στην Τρίπολη, στη θέση «Φροξυλιά», με αποτέλεσμα το φόνο δύο Τούρκων στρατιωτών της συνοδείας του, την αρπαγή του δημόσιου χρήματος που μετέφερε η συνοδεία και τον εξαναγκασμό της να επιστρέψει στα Καλάβρυτα. Η επίθεση αυτή έγινε από τρεις κλέφτες της εποχής, από τους οποίους ο ένας λεγόταν Κοτσαύτης και καταγόταν από την Άνω Κλειτορία. Ο δεύτερος λεγόταν Γαλάνης και καταγόταν από τη Βρώσθενα.
3) Ακόμα ένα απόλυτα εξακριβωμένο ιστορικό γεγονός που έχει σχέση με το χωριό Άνω Κλειτορία είναι ότι στην περιοχή του χωριού αυτού συνεπλάκησαν δύο φορές τον Ιούλιο του 1827 οι άνδρες του Πλαπούτα και του γενναίου Κολοκοτρώνη (με τη βοήθεια πολλών ντόπιων) με αποσπάσματα του στρατού του Ιμπραήμ, τα οποία έπαθαν μεγάλες ζημιές. Αυτό το ιστορικό γεγονός επιβεβαιώνεται και από το ότι συνεχώς ανευρίσκονται τάφοι ομαδικοί ή μεμονωμένοι στην περιφέρεια της Κοινότητας Άνω Κλειτορίας και ιδιαίτερα στις θέσεις: Βαρκά, Κάμπο, Καταράχια και Αχούρια. Ασφαλώς πρόκειται για τους νεκρούς και από τις δύο πλευρές των δύο αυτών μαχών.
4) Σε όλη τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα του 1821 και κυρίως κατά την τελευταία τριετία της μεγάλης έντασης του αγώνα, λόγω των καταστροφών και των πρωτοφανών βιαιοτήτων του Ιμπραήμ, το χωριό ποτέ δεν δήλωσε υποταγή, έστω και προσωρινά, αλλά συνέχισε να αγωνίζεται. Αναφέρεται μάλιστα η περίπτωση ενός κατοίκου του χωριού με το όνομα Μήτρος Μητρόπουλος, ο οποίος αναγκάστηκε να σκοτώσει την άρρωστη σύζυγό του στη θέση «Βασιλικό Πηγάδι» για να μην αιχμαλωτιστεί από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ, καθώς την μετέφερε στον Κάνδαλο, που είχε υποταχτεί, επειδή από εκεί καταγόταν η γυναίκα του.
5) Αμέσως μετά το τέλος του ιερού αγώνα, στο χωριό λειτούργησε Δημοτικό Σχολείο με πρώτο διδάσκαλο τον Παπαργύρη(ιερέα και διδάσκαλο), ο οποίος εκτελούσε μόνο τα χρέη διδασκάλου, καθώς τότε υπήρχαν πολλοί ιερείς στο χωριό, όπως αναφέρεται λεπτομερώς στο ιστορικό του σχολείου. Ο Παπαργύρης, λοιπόν, που υπήρξε ο πρώτος διδάσκαλος του χωριού, ήταν ασφαλώς και συνεχιστής του «Κρυφού Σχολειού» στην ελεύθερη πλέον πατρίδα.
6) Λίγα χρόνια μετά το τέλος της επανάστασης, η πρώτη φροντίδα των κατοίκων του χωριού ήταν να χτίσουν νέο ναό για την Παναγία, την Προστάτιδα του χωριού και όλης της Ελλάδας, επειδή ο ναός που υπήρχε ήταν πολύ παλιός και μικρός και δεν επαρκούσε για τις θρησκευτικές ανάγκες του χωριού, του οποίου ο πληθυσμός συνεχώς αυξανόταν. Έτσι, περίπου το 1857 κατεδάφισαν τον παλιό ναό και στη θέση του έχτισαν αυτόν που υπάρχει και σήμερα στη μνήμη της «Γεννήσεως της Θεοτόκου». Για τη θεμελίωσή του άνοιξαν πολύ βαθιά θεμέλια, λόγω της φύσης του εδάφους και τελικά έριξαν σε αυτά κορμούς δρυός, οι οποίοι λόγω του μεγάλου βάθους ανθρακοποιούνται και επάνω σε αυτούς θεμελίωσαν το ναό. Η παράδοση μάλιστα αναφέρει ότι ο πρώτος χτίστης που ανέβηκε στον τοίχο του ναού καταλήφθηκε από μία σκοτοδίνη και έπεσε κάτω χωρίς να πάθει τίποτα, επειδή με τα λόγια του έδειξε ασέβεια και περιφρόνηση προς τον Οίκο του Θεού.
Τα γεγονότα της επανάστασης του 1821 με αριθμό 1 και 3 της ιστορικής αυτής πραγματείας αναφέρονται λεπτομερώς, εκτός από άλλες πηγές, και στο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό του «Ηλίου», τόμος 10ος, τεύχος 18ο, σελίδα 840. Το ίδιο λεξικό αναφέρεται στον Κλείτορα και στην αρχαία Κλειτορία στις σελίδες 840 και 841.
Στη σύγχρονη εποχή, το μεγαλύτερο κοινωφελές έργο του χωριού είναι το Υδραγωγείο του, το οποίο δημιουργήθηκε από τον μεγάλο ευεργέτη Ηλία Αθ. Ανδριανόπουλο το 1900. Ολόκληρο το έργο περιλαμβάνει εξωτερικό δίκτυο δύο χιλιομέτρων, μεγάλη και μικρή δεξαμενή συνολικής χωρητικότητας 105.000 οκάδων και εσωτερικό δίκτυο μήκους 700 μέτρων και στοίχισε το σεβαστό ποσό των δύο χιλιάδων χρυσών λιρών Αγγλίας. Προκαλεί εντύπωση η επιγραφή που βρίσκεται στη μεγάλη δεξαμενή του υδραγωγείου, η οποία αποδεικνύει τη μεγάλη μετριοφροσύνη του ευεργέτη αυτού και αποτελεί φωτεινό παράδειγμα για τις επερχόμενες γενιές : ΗΛΙΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΑΝΔΡΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΤΗΝ ΔΑΠΑΝΗΝ ΚΑΤΕΒΑΛΕ, ΦΟΡΟΝ ΕΛΑΧΙΣΤΟΝ ΤΗ ΦΙΛΗ ΓΕΝΕΤΕΙΡΑ. ΕΓΕΝΕΤΟ ΕΝ ΕΤΕΙ ΧΙΛΙΟΣΤΩ ΕΝΕΑΚΟΣΙΩΣΤΩ (Ο Ηλίας Ανδριανόπουλος του Αθανασίου κατέβαλε τη δαπάνη του έργου, ως ένα ελάχιστο φόρο τιμής στη γενέτειρά του. Το έργο έγινε το 1900).
Ακολούθησε η περίφραξη και η περιμάνδρωση του Νεκροταφείου(1906), η ανέγερση του Κωδωνοστασίου(καμπαναριού, 1982), η ανέγερση του επάνω ορόφου του υπάρχοντος Διδακτηρίου του Δημοτικού Σχολείου(1924-1930), η φύτευση των δασυλλίων Αγίου Νικολάου, Αγίου Ιωάννη και Πάρκου(1935) και η προσπάθεια ανέγερσης νέου και σύγχρονου Διδακτηρίου(Τριτάξιου τύπου), της οποίας πρωτεργάτης είναι ο εγκατεστημένος στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής χωριανός και εξαιρετικός φίλος του Σχολείου και της Παιδείας κύριος Χρήστος Π. Χρυσανθακόπουλος, ο οποίος μέχρι τώρα έχει συγκεντρώσει το ποσό των 9.000 δολαρίων. Ολόκληρη η δαπάνη του έργου υπολογίζεται στις 600.000 δραχμές(20.000 δολάρια) και όταν ολοκληρωθεί, θα αποτελέσει στολίδι και πνευματικό φάρο όχι μόνο του χωριού αλλά και ολόκληρης της περιφέρειας της Κλειτορίας.
Άνω Κλειτορία Καλαβρύτων- 23 Νοεμβρίου 1956
Ο διευθυντής του Δημοτικού
Σχολείου Άνω Κλειτορίας
Νικόλαος Δ. Ρηγόπουλος
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΝΩ ΚΛΕΙΤΟΡΙΑΣ
(ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ)
Συνοπτική έκθεση των ιστορικών στοιχείων της περιοχής του χωριού «Άνω Κλειτορία»( με το όνομα «Καρνέσιον» μέχρι το 1929) της επαρχίας Καλαβρύτων του νομού Αχαΐας.
ΓΕΝΙΚΑ
Το χωριό Άνω Κλειτορία, το οποίο αριθμεί σήμερα περίπου εξακόσιους(600) κατοίκους και βρίσκεται στο νότιο τμήμα της επαρχίας Καλαβρύτων του νομού Αχαΐας, ονομαζόταν «Καρνέσιον» μέχρι το 1929, όταν μετονομάστηκε σε «Άνω Κλειτορία», από την κοντινή πόλη «Κλείτωρ» ή «Κλειτορία», η οποία βρισκόταν μέσα στην περιοχή του χωριού στην αρχαιότητα.
Η αρχαία πόλη «Κλειτορία» ιδρύθηκε από πολύ παλιά και αφού εκχριστιανίστηκε, υπήρχε για πολλά χρόνια. Μετά την καταστροφή της, κατά το Μεσαίωνα, ένα μέρος των κατοίκων της κατέφυγε στη θέση «Παλιοχώρι», περίπου 4 χιλιόμετρα δυτικά του σημερινού χωριού, όπου και ίδρυσαν συνοικισμό. Εκεί, πολύ πριν την Επανάσταση του 1821, μεταφέρθηκαν και ίδρυσαν το σημερινό χωριό, το οποίο κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ήταν έδρα τοπικού Τούρκου διοικητή(Αγά) και κατά την Επανάσταση του 1821 έπαιξε σημαντικό ρόλο. Προκειμένου να γίνει σαφής αλλά και αντικειμενική αυτή η ιστορική πραγματεία, θα χωριστεί σε τρεις μεγάλες χρονικές περιόδους: την Αρχαία, τη Μεσαιωνική και τη Νεότερη. Θα γίνει επίσης προσπάθεια να περιγραφούν με αντικειμενικότητα τα αναφερόμενα ιστορικά στοιχεία και γεγονότα.
Α. ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Η ίδρυση της αρχαίας πόλης «Κλείτωρ» ή «Κλειτορία» στην κοιλάδα που βρίσκεται σήμερα μέσα στην περιφέρεια και νότια του σημερινού χωριού «Άνω Κλειτορία» είναι πολύ παλιά. Ιδρυτής της ήταν ο Κλείτωρ- από τον οποίο πήρε το όνομά της- γιος του Αζάνα ή σύμφωνα με άλλους του Λυκάονα και εγγονός του Αρκάδα.
Ο Κλείτωρ υπήρξε βασιλιάς της Αρκαδίας και υπέταξε την Κυνόσουσα. Έπειτα κατέβηκε στην κοιλάδα αυτή και ίδρυσε την πόλη του.
Μετά την ίδρυση της πόλης του, ο Κλείτωρ επέκτεινε την κυριαρχία του σε όλη την γύρω περιοχή, ίδρυσε δηλαδή μία μικρή πολιτεία, με την έννοια της αρχαίας πολιτείας, δηλαδή μικρό κράτος, του οποίου τα όρια έφταναν προς τα ανατολικά μέχρι το Φενεό, προς τα δυτικά μέχρι τις Σειρές, προς τα νότια μέχρι την Μητρόπολη της Γορτυνίας και προς τα βόρεια μέχρι την Κυναίθη(Καλαβρύτων). Με αυτόν τον τρόπο ο Κλείτωρ επέκτεινε την Αρκαδία μέχρι την Αχαΐα. Η περιοχή την οποία εξουσίαζε ο Κλείτωρ ονομάστηκε Κλειτορία και από αυτήν έλαβε το όνομά της και η πόλη και ονομαζόταν από το λαό Κλειτορία, ενώ επίσημα είχε το όνομα «Κλείτωρ».
Η πόλη Κλειτορία ήταν η σπουδαιότερη πόλη της περιοχής της Κλειτορίας και για αυτό το λόγο ονομάστηκε όλη η περιοχή Κλειτορία. Την διέσχιζαν πέντε σημαντικοί δρόμοι και βρίσκονταν σε αυτήν, εκτός από την πόλη Κλειτορία, και οι πόλεις ή κωμοπόλεις: Λάος, Καφυαί, Σκοτάνη, Λευκάσιον, Νάσοι, Αλούς, Μεσόβοα, Όρυξ, Λυκούντες, Αργεάθαι και Θαλιάδαι. Επίσης, στην περιοχή περιλαμβανόταν και ο δρυμός του Σόρωνος. Ακόμα, η περιοχή ονομαζόταν και «Αζανία», από τον Αζάνα.
Η Κλειτορία ήταν μία πόλη ισχυρή και περιείχε ιερά της Δήμητρας, του Ασκληπιού και της Ειλειθυίας(θεάς των εγκύων γυναικών) αλλά και ναούς της Κορίας Αθηνάς και των Διοσκούρων, σε μικρή απόσταση από αυτήν. Είχε θέατρο και σε ψηλότερο σημείο από αυτήν υπήρχε η ακρόπολη. Από αυτά σώζονται αρκετά καλά και σήμερα τα ερείπια. Οι κάτοικοί της είχαν αφιερώσει στην Ολυμπία μεγάλο χάλκινο άγαλμα του Δία, από το ένα δέκατο των λαφύρων των διάφορων πολέμων της. Η Κλειτορία ήταν επίσης η πατρίδα των γλυπτών Σαμόλα, Αριστόδημου και Δαμέα.
Σχετικά με την Αρχαία Κλειτορία, ο ιστορικός Παυσανίας, ο οποίος έζησε τον 2ο αιώνα μ.Χ. και επισκέφτηκε την πόλη στην ακμή της, αναφέρει τα εξής στα “Αρκαδικά” του(βιβλίο YIII, κεφάλαιο ΧΧΙ, παράγραφο 1 και 2), καθώς τότε η Κλειτορία υπαγόταν στην Αρκαδία:
«Η πόλη της Κλειτορίας απέχει 60 στάδια(μονάδα μέτρησης του μήκους, 1στάδιο=185μέτρα περίπου)από τις πηγές του Λάδωνα. Ο δρόμος από τις πηγές του Λάδωνα είναι στενός κοντά στον Αροάνιο ποταμό, στον οποίο χύνεται ο ποταμός που ονομάζεται «Κλείτορας», που περνά από την πόλη. Το σημείο που χύνεται ο Κλείτορας στον Αροάνιο δεν απέχει περισσότερο από 7 στάδια από την πόλη. Υπάρχουν πολλά ψάρια στον Αροάνιο ποταμό και αυτά που ονομάζονται «ποικιλαίαι». Αυτά τα ψάρια αναφέρουν κάποιοι πως έχουν φωνή όμοια με του πουλιού τσίχλα. Εγώ αφού τα έπιασα, τα παρατήρησα αλλά δεν άκουσα κανένα να βγάζει φωνή, αν και παρέμεινα στον ποταμό μέχρι τη δύση του ηλίου, όταν και έλεγαν ότι ακούγονται περισσότερο αυτά τα ψάρια.
2. Η πόλη της Κλειτορίας, η οποία πήρε το όνομά της από τον γιο του Αζάνα, ήταν χτισμένη σε εντελώς επίπεδο χώρο και περικλειόταν από βουνά που δεν ήταν πολύ μεγάλα. Τα σπουδαιότερα ιερά ήταν της Δήμητρας, του Ασκληπιού και της Ειλειθυίας. Ο Ωλήν, από την Λυκία της Μικράς Ασίας, έγραψε ύμνους που τραγουδούσαν οι ιέρειες στην Δήλο αλλά και τον ύμνο στην Ειλείθυια, αφιερωμένο στην πανάρχαιη θεότητα, την οποία αποκαλεί εύλινον(καθώς κλώθει) και την συγχέει με την Μοίρα της ζωής, θεωρώντας την όμως αρχαιότερη του Κρόνου. Στην Κλειτορία υπάρχει και ναός των Διοσκούρων-τους οποίους αποκαλούσαν «Μεγάλους Θεούς»- που απέχει 4 στάδια από την πόλη και εκεί υπάρχουν αγάλματά τους από χαλκό. 3. Είχε χτιστεί και στην κορυφή του βουνού, σε απόσταση 30 σταδίων από την πόλη ναός και άγαλμα της θεάς Αθηνάς της Κορίας.
Η πόλη υποτάχθηκε στους Ρωμαίους κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής κυριαρχίας, γεγονός που αποδεικνύεται από τα νομίσματα που έχουν βρεθεί, κάποια από τα οποία είναι εξακριβωμένα ρωμαϊκά. Στην πόλη είχε αναπτυχθεί η κεραμοποιία και η αγγειοπλαστική. Αυτό αποδεικνύεται από τα πολλά αγγεία και κεραμίδια, τα οποία βρίσκονται συχνά στα ερείπια της πόλης. Τα ερείπια του τείχους της πόλης σώζονται στις τρεις πλευρές: τη Βόρεια, τη Νότια και τη Δυτική και διακρίνονται καθαρά, με τις επάλξεις τους να βρίσκονται σε ύψος 1 με 1,5 μέτρου από το έδαφος, σε μερικά σημεία. Στην Ανατολική πλευρά διακρίνονται με δυσκολία λόγω του χειμάρρου «Ζούγρα» που άλλα τα παρέσυρε και άλλα τα κατέστρεψε με το πέρασμα των αιώνων.
Επίσης, διακρίνονται τα ερείπια των τριών ναών μέσα από τα τείχη της πόλης, στις θέσεις «Φραγκοκκλήσι, Ξελόντζα και Αϊ-Πέτρος» και του ναού των Διοσκούρων, περίπου ένα χιλιόμετρο δυτικά της πόλης, από τον οποίο σώζονται αρκετοί σπόνδυλοι κιόνων, κιονόκρανα κλπ. στη θέση «Γυναίκειο Χάνι ή Παλιόνταρα», όπου θα μπορούσε να γίνει και μία μικρή αναστήλωση.
Εκτός από το Θέατρο και την Ακρόπολη, διακρίνεται ακόμα το Στάδιο με τον διπλανό, τεχνητό, μικρό λοφίσκο, ώστε να επιτύχουν το αμφιθεατρικό σχέδιο του εδάφους. Διακρίνεται και ένα ακόμα μεγάλο κτίριο, πιθανότατα Ανάκτορα καθώς και το νεκροταφείο της πόλης, στη θέση «μνήματα», έξω από τα τείχη.
Η πόλη κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα βρισκόταν σε μεγάλη ακμή, γεγονός που συμπεραίνουμε από πολλά ευρήματα αγγείων, τα οποία υπήρχαν την κλασική εποχή. Εκτός από τα πολλά αγγεία, νομίσματα, πλάκες με επιγραφές ή χωρίς και άλλα τα οποία βρίσκονται κατά καιρούς και μερικά έχουν συγκεντρωθεί στο μικρό Μουσείο του Δημοτικού Σχολείου Άνω Κλειτορίας, υπάρχει και άλλο ένα σημαντικό εύρημα. Πρόκειται για μία επιτύμβια πλάκα, η μισή ανάγλυφη, η οποία παρουσιάζει έναν οπλίτη σε φυσικό μέγεθος και βρέθηκε πριν πενήντα χρόνια. Μεταφέρθηκε στο Διδακτήριο του Δημοτικού Σχολείου Κάτω Κλειτορίας, όπου και μετά την κατεδάφισή του, το 1939, παραμένει ημιτελής στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Κάτω Κλειτορίας.
Η ύδρευση και η άρδευση της πόλης γινόταν από τις πηγές «Βασιλικό Πηγάδι, Πορί» και από τον Αροάνιο ποταμό μέσω υπόγειων αρδευτικών αγωγών, τμήματα των οποίων έχουν κατά καιρούς βρεθεί σε πολλά σημεία της διαδρομής τους. Η Κλειτορία υπήρξε για πολλά χρόνια αφού εκχριστιανίστηκε, όπως πληροφορούμαστε από την σωζόμενη για πολλά χρόνια ονομασία της τοποθεσίας «Αϊ- Πέτρος» με τα ερείπια να βρίσκονται περίπου 100 με 150 μέτρα δυτικά της πόλης. Ασφαλώς πρόκειται για μετατροπή ειδωλολατρικού ναού σε χριστιανικό προς τιμή του Απόστολου Πέτρου. Ακόμα αποδεικνύεται και από τα ερείπια της τοποθεσίας «Άγιος Ανδρέας», όπου βρισκόταν ο ναός των Διοσκούρων. Αλλά και το «Φραγκοκκλήσι» μαρτυρεί αφενός τον εκχριστιανισμό της πόλης και αφετέρου την ύπαρξή της στη ρωμαϊκή εποχή. Το «Φραγκοκκλήσι» είναι παμπάλαιος χριστιανικός ναός που σώζεται μέχρι σήμερα προς τιμή της Παναγίας και έχει κτισθεί στην ίδια θέση και με τα ίδια υλικά του αρχαίου ειδωλολατρικού ναού που βρισκόταν εκεί. Σήμερα χρησιμοποιείται όπως και παλιά ως εξωκκλήσι της Θεοτόκου. Ανήκει στην Κοινότητα της Άνω Κλειτορίας και λειτουργείται μία φορά το χρόνο, τη δεύτερη ή τρίτη μέρα μετά το Πάσχα, αναλόγως με τη γιορτή του Αγίου Γεωργίου. Εκεί πηγαίνουν εκτός από τους κατοίκους των δύο κοινοτήτων Άνω και Κάτω Κλειτορίας και οι κάτοικοι των γύρω συκοικισμών: Σκαρπέικα και Μοστιτσιάνικα Καλύβια.
Εκτός από τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για την ανέγερση του χριστιανικού ναού, στην περιοχή σώζονται και πολλά από τα υλικά του αρχαίου ναού, όπως ολόκληροι κίονες, κιονόκρανα, πλάκες ενός τετραγωνικού μέτρου κλπ. Από αυτό συμπεραίνουμε ότι εκεί βρισκόταν ο καλύτερος ναός της Αρχαίας Πόλης, πιθανότατα της Δήμητρας, η μητρόπολη δηλαδή, αφού η κοιλάδα παρήγε άφθονα δημητριακά και τότε και μέχρι πριν 40 χρόνια, όταν άρχισε να καταστρέφεται από τους χείμαρρους Ζούγρα και Κλειτόριο. Ο σημερινός χείμαρρος Ζούγρα φυσικά τότε δεν υπήρχε λόγω των πυκνών δασών των γύρω βουνών. Ο σημερινός ξεροπόταμος Κλειτόριος, όμως, τότε ήταν πραγματικός ποταμός, όπως αναφέρει ο Παυσανίας, που πήγαζε από πηγές που μάλλον σήμερα στέρεψαν ή μίκρυναν πολύ, λόγω της καταστροφής των δασών που είχαν σαν συνέπεια να σταματήσει η τροφοδότηση των υπόγειων δεξαμενών.
Στην πόλη δεν έχουν γίνει ανασκαφές. Αν γίνουν, θα φέρουν στο φως περισσότερα ευρήματα και στοιχεία. Μόνο τον Αύγουστο του 1940 αντιπρόσωποι και απεσταλμένοι της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Αθήνα για λόγους πολεμικής σκοπιμότητας προσπάθησαν για τρεις ημέρες να κάνουν ανασκαφές, οι οποίες όμως υπονομεύτηκαν και τελικά ματαιώθηκαν, γιατί ο σκοπός τους ήταν εμφανής σε όλους.
Β. ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Σχετικά με την καταστροφή της πόλης, η οποία έγινε στις αρχές του Μεσαίωνα, δεν είναι τίποτα γνωστό ούτε από την παράδοση ούτε από ιστορικά κείμενα. Πάντως, η καταστροφή κατά πάσα πιθανότητα συνέβη κατά τις μεγάλες μεταναστεύσεις των λαών τον 4ο ή 5ο αιώνα μ.Χ. ή και αργότερα κατά τις επιδρομές των Σλάβων, γεγονός που μπορεί να εννοηθεί από την ονομασία «Ζαγορά»(άλλη ονομασία της πόλης), η οποία είναι σλαβική και σημαίνει πέρα από το βουνό. Η καταστροφή ήταν πολύ βίαιη και ολοκληρωτική, γιατί διαφορετικά δεν δικαιολογείται η μη ίδρυση έστω και μικρού συνοικισμού είτε μέσα στην παλιά πόλη είτε στους κοντινούς της λόφους, οι οποίοι διέθεταν τα απαραίτητα εφόδια αλλά και την κατάλληλη τοποθεσία για την εγκατάσταση ανθρώπων. Μετά την καταστροφή της πόλης, οι κάτοικοι που σώθηκαν σκορπίστηκαν στις κοντινές δασικές εκτάσεις και ίδρυσαν τα χωριά: Καρνέσι, Καστέλλι, Κλείτωρ, Μοστίτσι.
Οι πρόγονοι του σημερινού χωριού Άνω Κλειτορία(Καρνέσι), κατέφυγαν στις άκρες του δάσους, μέσα σε πουρνάρια της χαράδρας του βουνού Τσούγκρα, βορειοδυτικά της παλιάς πόλης και σε απόσταση 3/4 της ώρας από αυτήν. Η εγκατάστασή τους έγινε σε δύο συνοικισμούς: έναν στη θέση «Κουτσουβέοι» και άλλον έναν στη θέση «Γούβες». Το χωριό ήταν από την αρχή του χριστιανικό, γεγονός που φαίνεται από την ονομασία της θέσης «Θεοτόκος», η οποία αποδεικνύει ότι οι κάτοικοι πήραν μαζί τους την παλιά εκκλησία Φραγκοκκλήσι. Η ίδρυση έγινε στην πηγή με την ονομασία Καλογρηίτσα.
Από τους δύο συνοικισμούς του χωριού, ο ένας πήρε το όνομα Ζαγορά, ανεπίσημο ή μεταγενέστερο όνομα της πόλης του Κλείτορα. Ο άλλος πήρε το όνομα Καρνέσι(ή Καρνέσιον). Αυτό προήλθε από το όνομα του χωριού Καρνέσι της επαρχίας Γορτυνίας-που τώρα ονομάζεται Πράσινο- από την περιοχή από την οποία ξεκίνησε ο Κλείτωρ. Φαίνεται ότι ο Κλείτωρ, ξεκινώντας για την ίδρυση της νέας του πόλης, πήρε κατοίκους από πολλούς συνοικισμούς και χωριά, όπως και από το Καρνέσι. Αυτοί λοιπόν που κατέφυγαν στις πλαγιές της Τσούγκρας, μετά την καταστοροφή της πόλης τους, θυμήθηκαν το παλιό όνομα των προγόνων τους και το έδωσαν στο νέο συνοικισμό. Το Καρνέσι ή «Παλαιοχώρι», όπως ονομάστηκε μετά την εγκατάλειψή του και ονομάζεται μέχρι και σήμερα, υπήρχε στη θέση εκείνη για πολλούς αιώνες και ήταν χριστιανικό από την αρχή του, όπως αποδεικνύεται από τους πολλούς χριστιανικούς ναούς και εξωκκλήσια που είχε και τα ερείπιά τους σώζονται μέχρι και σήμερα.
Το Παλαιοχώρι αυτό είναι ο μεσαιωνικός πρόγονος του σημερινού χωριού Άνω Κλειτορία(Καρνέσι) και υπήρξε για πολλά χρόνια μέχρι τα πρώτα έτη των Νεότερων Χρόνων. Εκτός του κεντρικού ναού της Παναγίας(στην τωρινή θέση Θεοτόκος), είχε και άλλους ναούς ή εξωκκλήσια: του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου Δημητρίου, του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Κωνσταντίνου και της Αγίας Βαρβάρας, των οποίων τα ερείπια σώζονται στις αντίστοιχες τοποθεσίες, καθώς από τα εξωκκλήσια πήραν τα ονόματά τους και αυτές οι τοποθεσίες και ονομάζονται έτσι μέχρι και σήμερα. Μάλιστα το εξωκκλήσι του Αγίου Κωνσταντίνου διατηρήθηκε για αρκετό χρονικό διάστημα και μετά τη μετοίκηση, επειδή βρισκόταν πιο κοντά στη νέα θέση του χωριού και το συντηρούσαν. Κατέρρευσε τελικά μόλις πριν από 50 χρόνια.
Γ. ΝΕΟΤΕΡΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Καθώς εξαπλώθηκε κάποια επιδημία, πιθανότατα άνθρακα ή κάποιας άλλης ασθένειας, οι κάτοικοι εγκατέλειψαν το χωριό τους και εγκαταστάθηκαν στην τωρινή του θέση, η οποία βρίσκεται πολύ πιο κοντά στην παλιά πόλη. Εκεί είχαν λοιπόν τα κτήματά τους και εργάζονταν. Η παράδοση βέβαια αναφέρει ότι το Παλαιοχώρι το εγκατέλειψαν επειδή εκεί τους έτρωγε το «στοιχειό». Το σίγουρο είναι ότι πολλές φορές στη θέση αυτή τα πρόβατα πέθαιναν λόγω του άνθρακα, γεγονός που έκανε το λαό να πιστεύει ότι πέθαιναν από άλλους λόγους. Επομένως, λόγω κάποιας σοβαρής επιδημίας αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το Παλαιοχώρι. Η μετοίκηση αυτή έγινε πολύ πριν την Επανάσταση του 1821, κρίνοντας από τη θέση του, την πρόοδό του, το ρόλο που διαδραμάτισε το χωριό στην Ελληνική Επανάσταση και το γεγονός ότι τα ερείπια του παλιού χωριού είναι πολύ κατεστραμμένα. Το πιθανότερο είναι ότι η μετοίκηση έγινε περίπου το 1650 μ.Χ.
Στη νέα του εγκατάσταση, τη σημερινή, επικράτησε το όνομα Καρνέσι. Πιθανόν επειδή ήρθαν σε αυτήν πρώτοι οι κάτοικοι του συνοικισμού Καρνέσι και έπειτα ακολούθησαν και οι κάτοικοι του άλλου συνοικισμού. Και στη νέα τους πατρίδα έφεραν μαζί τους το ναό της Παναγίας ως κεντρικό ναό, τον Άγιο Νικόλαο, ως εξωκκλήσι του νεκροταφείου και τον Άγιο Γεώργιο. Προς τιμή της Παναγίας έχτισαν στη θέση του ναού που υπήρχε ήδη εκεί ένα μικρό ναό, που κατεδαφίστηκε το 1857, όταν και χτίστηκε ο σημερινός ναός «Η Γέννηση της Θεοτόκου», ο οποίος σε ένα χρόνο συμπληρώνει 100 έτη ζωής.
Το όνομα Καρνέσι ετυμολογικά δε φαίνεται να προέρχεται από τον Κάρνειο Απόλλωνα. Πιθανότατα πρόκειται για παραλλαγή του ονόματος Καρνέσι, που απαντά σαν ονομασία και σε άλλα χωριά της Θεσσαλίας, της Βοιωτίας και αλλού, αν και μία τέτοια οριστική ερμηνεία ίσως θα ήταν αυθαίρετη.
Στη νέα του θέση το χωριό προόδευσε σύντομα και έγινε κέντρο όλης της περιφέρειας και έδρα Τούρκου τοπικού διοικητή(Αγά), του οποίου το Διοικητήριο(Πύργος) σώζεται σε καλή κατάσταση σαν οικία του Χρήστου Αθ. Ζαβούρη, καθώς τότε δεν υπήρχε η Κάτω Κλειτορία(Μαζέικα), μόνο λίγες καλύβες κατοίκων από το Μάζι(Χελμού), απ’ όπου πήρε και το όνομα Μαζέικα, καθώς και ένα Χάνι του Δαφαλιά. Το χωριό κατά την Επανάσταση του 1821 διαδραμάτισε πρωτεύοντα και σημαντικό ρόλο και βοήθησε πολύ στον εθνοαπελευθερωτικό αγώνα.
Εκτός από το γεγονός ότι κατά την προεπαναστατική περίοδο υπήρξε έδρα Τούρκου Αγά, υπάρχουν και τα παρακάτω σημαντικά ιστορικά στοιχεία και γεγονότα της επαναστατικής περιόδου, μερικά των οποίων αναφέρονται και στις εγκυκλοπαίδειες:
1) Στην Άνω Κλειτορία έγινε στις 10 Μαρτίου 1821 προσύσκεψη των Προκρίτων όλης της Αχαΐας και αποφασίστηκε η κήρυξη της επανάστασης, η οποία πραγματοποιήθηκε μετά από λίγες ημέρες στην Αγία Λαύρα. Εύλογα, βέβαια, γεννιέται το ερώτημα πώς βρέθηκαν οι Πρόκριτοι της Αχαΐας στην Άνω Κλειτορία. Όπως είναι γνωστό, λίγο πριν την Επανάσταση, οι Τούρκοι επειδή είχαν υποψίες, κάλεσαν στην Τρίπολη όλους τους Προκρίτους της Πελοποννήσου, δήθεν για να συσκεφθούν για σοβαρά ζητήματα. Στην πραγματικότητα όμως ήθελαν να τους κρατήσουν όμηρους, όπως και συνέβη με όσους τελικά πήγαν. Μετά από αυτή την πρόσκληση, οι Πρόκριτοι της Αχαΐας μαζί με Τούρκους συνοδοιπόρους ξεκίνησαν για την Τρίπολη και έμειναν για να διανυκτερεύσουν στο Χάνι του Δαφαλιά, στην Κάτω Κλειτορία(με την ονομασία τότε «Μαζέικα Καλύβια»). Στο δείπνο που ακολούθησε, οι Πρόκριτοι μέθυσαν τους Τούρκους συνοδούς τους και έτσι πληροφορήθηκαν από αυτούς τον πραγματικό σκοπό της μετάβασής τους στην Τρίπολη.
Μετά από αυτό το γεγονός και αφού κοιμήθηκαν οι Τούρκοι, φρόντισαν να τους παραπλανήσουν την επόμενη μέρα, ότι τάχα προπορεύονται οι Πρόκριτοι στο δρόμο προς την Τρίπολη, δραπέτευσαν όμως τη νύχτα και είχαν σαν πρώτο τους σταθμό την Άνω Κλειτορία, όπου και έγινε η σύσκεψη που αναφέρθηκε παραπάνω και λήφθηκε η οριστική απόφαση της επανάστασης, αφού με τη δραπέτευσή τους είχε ήδη γίνει το πρώτο βήμα.
2) Μετά τη σύσκεψη που προαναφέρθηκε και λίγες ημέρες πριν την επίσημη έναρξη του αγώνα, έγινε επίθεση κατά του βοεβόδα(διοικητή) των Καλαβρύτων Ιμπραήμ Αρναούτογλου, ο οποίος είχε ξεκινήσει να πηγαίνει στην Τρίπολη, στη θέση «Φροξυλιά», με αποτέλεσμα το φόνο δύο Τούρκων στρατιωτών της συνοδείας του, την αρπαγή του δημόσιου χρήματος που μετέφερε η συνοδεία και τον εξαναγκασμό της να επιστρέψει στα Καλάβρυτα. Η επίθεση αυτή έγινε από τρεις κλέφτες της εποχής, από τους οποίους ο ένας λεγόταν Κοτσαύτης και καταγόταν από την Άνω Κλειτορία. Ο δεύτερος λεγόταν Γαλάνης και καταγόταν από τη Βρώσθενα.
3) Ακόμα ένα απόλυτα εξακριβωμένο ιστορικό γεγονός που έχει σχέση με το χωριό Άνω Κλειτορία είναι ότι στην περιοχή του χωριού αυτού συνεπλάκησαν δύο φορές τον Ιούλιο του 1827 οι άνδρες του Πλαπούτα και του γενναίου Κολοκοτρώνη (με τη βοήθεια πολλών ντόπιων) με αποσπάσματα του στρατού του Ιμπραήμ, τα οποία έπαθαν μεγάλες ζημιές. Αυτό το ιστορικό γεγονός επιβεβαιώνεται και από το ότι συνεχώς ανευρίσκονται τάφοι ομαδικοί ή μεμονωμένοι στην περιφέρεια της Κοινότητας Άνω Κλειτορίας και ιδιαίτερα στις θέσεις: Βαρκά, Κάμπο, Καταράχια και Αχούρια. Ασφαλώς πρόκειται για τους νεκρούς και από τις δύο πλευρές των δύο αυτών μαχών.
4) Σε όλη τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα του 1821 και κυρίως κατά την τελευταία τριετία της μεγάλης έντασης του αγώνα, λόγω των καταστροφών και των πρωτοφανών βιαιοτήτων του Ιμπραήμ, το χωριό ποτέ δεν δήλωσε υποταγή, έστω και προσωρινά, αλλά συνέχισε να αγωνίζεται. Αναφέρεται μάλιστα η περίπτωση ενός κατοίκου του χωριού με το όνομα Μήτρος Μητρόπουλος, ο οποίος αναγκάστηκε να σκοτώσει την άρρωστη σύζυγό του στη θέση «Βασιλικό Πηγάδι» για να μην αιχμαλωτιστεί από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ, καθώς την μετέφερε στον Κάνδαλο, που είχε υποταχτεί, επειδή από εκεί καταγόταν η γυναίκα του.
5) Αμέσως μετά το τέλος του ιερού αγώνα, στο χωριό λειτούργησε Δημοτικό Σχολείο με πρώτο διδάσκαλο τον Παπαργύρη(ιερέα και διδάσκαλο), ο οποίος εκτελούσε μόνο τα χρέη διδασκάλου, καθώς τότε υπήρχαν πολλοί ιερείς στο χωριό, όπως αναφέρεται λεπτομερώς στο ιστορικό του σχολείου. Ο Παπαργύρης, λοιπόν, που υπήρξε ο πρώτος διδάσκαλος του χωριού, ήταν ασφαλώς και συνεχιστής του «Κρυφού Σχολειού» στην ελεύθερη πλέον πατρίδα.
6) Λίγα χρόνια μετά το τέλος της επανάστασης, η πρώτη φροντίδα των κατοίκων του χωριού ήταν να χτίσουν νέο ναό για την Παναγία, την Προστάτιδα του χωριού και όλης της Ελλάδας, επειδή ο ναός που υπήρχε ήταν πολύ παλιός και μικρός και δεν επαρκούσε για τις θρησκευτικές ανάγκες του χωριού, του οποίου ο πληθυσμός συνεχώς αυξανόταν. Έτσι, περίπου το 1857 κατεδάφισαν τον παλιό ναό και στη θέση του έχτισαν αυτόν που υπάρχει και σήμερα στη μνήμη της «Γεννήσεως της Θεοτόκου». Για τη θεμελίωσή του άνοιξαν πολύ βαθιά θεμέλια, λόγω της φύσης του εδάφους και τελικά έριξαν σε αυτά κορμούς δρυός, οι οποίοι λόγω του μεγάλου βάθους ανθρακοποιούνται και επάνω σε αυτούς θεμελίωσαν το ναό. Η παράδοση μάλιστα αναφέρει ότι ο πρώτος χτίστης που ανέβηκε στον τοίχο του ναού καταλήφθηκε από μία σκοτοδίνη και έπεσε κάτω χωρίς να πάθει τίποτα, επειδή με τα λόγια του έδειξε ασέβεια και περιφρόνηση προς τον Οίκο του Θεού.
Τα γεγονότα της επανάστασης του 1821 με αριθμό 1 και 3 της ιστορικής αυτής πραγματείας αναφέρονται λεπτομερώς, εκτός από άλλες πηγές, και στο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό του «Ηλίου», τόμος 10ος, τεύχος 18ο, σελίδα 840. Το ίδιο λεξικό αναφέρεται στον Κλείτορα και στην αρχαία Κλειτορία στις σελίδες 840 και 841.
Στη σύγχρονη εποχή, το μεγαλύτερο κοινωφελές έργο του χωριού είναι το Υδραγωγείο του, το οποίο δημιουργήθηκε από τον μεγάλο ευεργέτη Ηλία Αθ. Ανδριανόπουλο το 1900. Ολόκληρο το έργο περιλαμβάνει εξωτερικό δίκτυο δύο χιλιομέτρων, μεγάλη και μικρή δεξαμενή συνολικής χωρητικότητας 105.000 οκάδων και εσωτερικό δίκτυο μήκους 700 μέτρων και στοίχισε το σεβαστό ποσό των δύο χιλιάδων χρυσών λιρών Αγγλίας. Προκαλεί εντύπωση η επιγραφή που βρίσκεται στη μεγάλη δεξαμενή του υδραγωγείου, η οποία αποδεικνύει τη μεγάλη μετριοφροσύνη του ευεργέτη αυτού και αποτελεί φωτεινό παράδειγμα για τις επερχόμενες γενιές : ΗΛΙΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΑΝΔΡΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΤΗΝ ΔΑΠΑΝΗΝ ΚΑΤΕΒΑΛΕ, ΦΟΡΟΝ ΕΛΑΧΙΣΤΟΝ ΤΗ ΦΙΛΗ ΓΕΝΕΤΕΙΡΑ. ΕΓΕΝΕΤΟ ΕΝ ΕΤΕΙ ΧΙΛΙΟΣΤΩ ΕΝΕΑΚΟΣΙΩΣΤΩ (Ο Ηλίας Ανδριανόπουλος του Αθανασίου κατέβαλε τη δαπάνη του έργου, ως ένα ελάχιστο φόρο τιμής στη γενέτειρά του. Το έργο έγινε το 1900).
Ακολούθησε η περίφραξη και η περιμάνδρωση του Νεκροταφείου(1906), η ανέγερση του Κωδωνοστασίου(καμπαναριού, 1982), η ανέγερση του επάνω ορόφου του υπάρχοντος Διδακτηρίου του Δημοτικού Σχολείου(1924-1930), η φύτευση των δασυλλίων Αγίου Νικολάου, Αγίου Ιωάννη και Πάρκου(1935) και η προσπάθεια ανέγερσης νέου και σύγχρονου Διδακτηρίου(Τριτάξιου τύπου), της οποίας πρωτεργάτης είναι ο εγκατεστημένος στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής χωριανός και εξαιρετικός φίλος του Σχολείου και της Παιδείας κύριος Χρήστος Π. Χρυσανθακόπουλος, ο οποίος μέχρι τώρα έχει συγκεντρώσει το ποσό των 9.000 δολαρίων. Ολόκληρη η δαπάνη του έργου υπολογίζεται στις 600.000 δραχμές(20.000 δολάρια) και όταν ολοκληρωθεί, θα αποτελέσει στολίδι και πνευματικό φάρο όχι μόνο του χωριού αλλά και ολόκληρης της περιφέρειας της Κλειτορίας.
Άνω Κλειτορία Καλαβρύτων- 23 Νοεμβρίου 1956
Ο διευθυντής του Δημοτικού
Σχολείου Άνω Κλειτορίας
Νικόλαος Δ. Ρηγόπουλος